
Silke Wagner – Όταν η αγάπη και η μαρμελάδα σε κάνουν να μείνεις
“Ja, da muscht gucke, dass du noch eine Milch holen tust”
Μπορεί να γυρίσετε το κεφάλι σας έκπληκτος, με τα μάτια ορθάνοιχτα και με αμηχανία να ακούσετε κάποια να μιλά γερμανικά, σε ένα καφενείο στις Ράχες Ικαρίας.
Αυτό συμβαίνει στην καφενείο του «Γυναικείου Συνεταιρισμού» στη πλατεία των Ραχών και η Σίλκε, που τράβηξε την προσοχή σας και είναι γερμανίδα, εργάζεται εδώ ετοιμάζοντας καφέδες, κόβοντας κέικ και πουλώντας σπιτικές μαρμελάδες και chutneys στους πελάτες που περιμένουν στη σειρά να σερβιριστούν.
Είναι μέσα Αυγούστου, αιχμή της τουριστικής περιόδου και υπάρχει μια συνεχής ροή ανθρώπων που έρχονται στην πλατεία σχεδόν κάθε στιγμή της ημέρας.
Η Silke ασχολείται με τις παραγγελίες και τις ερωτήσεις σε διάφορες γλώσσες: στα ελληνικά με τους συναδέλφους της στην κουζίνα, στα αγγλικά και τα γερμανικά με τους τουρίστες. Και ακόμη και σε αγχωτικές στιγμές απαντά υπομονετικά στο ίδιο ερώτημα: «Πώς γίνεται μια γερμανίδα να εργάζεται σε γυναικείο συνεταιρισμό στα βουνά της Ικαρίας;» Παίρνει μια βαθιά ανάσα, βγάζοντας από την τσέπη της τον καπνό της για να στρίψει ένα τσιγάρο. Αυτή είναι η ώρα του προβληματισμού της: πώς να κάνει μια μακρά ιστορία σύντομη; Εν συντομία η απάντηση θα μπορούσε να είναι: αγάπησε έναν κτηνοτρόφο από τις Ράχες κι αποφάσισε να μείνει εδώ. Και αυτό που ακολούθησε μπορεί να μην είναι ένα σύγχρονο παραμύθι, αλλά είναι σίγουρα μια ιστορία για την αγάπη, τη δέσμευση και την αφοσίωση, που την έκανε να ζήσει μια ζωή σε ένα απομακρυσμένο νησί, όπου έπρεπε να μάθει τα πάντα από το μηδέν.
Η Σίλκε προέρχεται από το νοτιοδυτικό τμήμα της Γερμανίας, όπου εργαζόταν σε ένα νηπιαγωγείο. Πάντα της άρεσε να ταξιδεύει. Το 1995 πήρε μια άδεια, επειδή χρειαζόταν λίγο “καθαρό αέρα” για να εμπνευστεί για τη δουλειά της και τη ζωή της και πάλι. Η απογείωση δεν ήταν εύκολη απόφαση, αλλά της υποσχέθηκαν να μη χάσει τη δουλειά της μετά από ένα χρόνο, γεγονός που της έδωσε κάποια αίσθηση ασφάλειας. Έτσι μάζεψε το σακίδιό της, με προορισμό την Αφρική. Καθώς πήγαινε εκεί κάτω, αποφάσισε να κάνει ξανά μια επίσκεψη στην Ικαρία, ένα νησί που γνώρισε κάποια χρόνια πριν. Και εκεί συνέβη το εξής: στο νυχτερινό κέντρο «Κασμίρ», γνωστό εκείνη την εποχή, συνάντησε τον Άδωνη, έναν νεαρό κτηνοτρόφο από τις Ράχες. Η επικοινωνία ήταν δύσκολη, επειδή δεν είχαν μια κοινή γλώσσα για να μιλήσουν μεταξύ τους. Εκείνο τον καιρό δεν υπήρχε μεταφραστής Google και έπρεπε να αναζητούν τις λέξεις σε ένα συνηθισμένο λεξικό και να τις γράφουν σε χαρτί. Αλλά με κάποιο τρόπο τα κατάφεραν. Ηταν και οι δύο αποφασισμένοι και σιγά-σιγά η Σίλκε βρήκε το δρόμο της στην ελληνική γλώσσα.
Ετσι, μετά από λίγο αποφάσισε να μείνει. Επέστρεψε στη Γερμανία για να καταθέσει την παραίτησή της. Οι γονείς της δεν ήταν ευτυχείς που η κόρη τους θα πάει να ζήσει σε ένα μακρινό νησί στο Ανατολικό Αιγαίο, αλλά την υποστήριξαν στην πραγματοποίηση του ονείρου της.
Η Σίλκε στρίβει ακόμα ένα τσιγάρο, πριν ανακαλέσει τις αναμνήσεις της από τον πρώτο χρόνο της στο νησί. Η καλοκαιρινή περίοδος ήταν καλή. Βρήκε μια δουλειά σε μια ταβέρνα στο Νας και κέρδισε κάποια χρήματα. Αλλά ο χειμώνας ήταν μια διαφορετική ιστορία. Το νησί ήταν άδειο και σιωπηλό, μόνο οι ντόπιοι ζούσαν στη γειτονιά. Εκτός από την καφετέρια ή τις επισκέψεις γειτόνων, δεν υπήρχε καμμία άλλη διασκέδαση.
Φυσικά η Σίλκε βοηθούσε τον Άδωνη με τις κατσίκες, έμαθε να τις αρμέγει και να φτιάχνει τυρί. Αλλά εκτός από αυτό, τίποτα δεν συνέβαινε πραγματικά. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρξε ποτέ μια στιγμή που η Σίλκε ήθελε να τα παρατήσει και να επιστρέψει στη Γερμανία. Δεν νοσταλγούσε πολλά από την προηγούμενη ζωή της. Ίσως το μαύρο ψωμί, αλλά βρήκε μια λύση ψήνοντάς το μόνη της.
Με τα χρόνια η Σίλκε προσαρμόστηκε στο ρυθμό του νησιού. Εκανε οικογένεια και όταν μετακόμισαν στο σπίτι των πεθερικών της, άρχισε να καλλιεργεί λαχανικά και φρούτα. Κοτόπουλα, γάτες και ένα σκυλί συμπλήρωσαν την ομάδα και σήμερα ζει τις πιο πολύτιμες στιγμές της, ενώ κάθεται στη σκιά ενός παλιού δέντρου μπροστά από το σπίτι της. Της αρέσει να ακούει τη σιωπή τη νύχτα ή νωρίς το πρωί. Αυτό είναι το καταφύγιό της, εδώ μπορεί να αναπνεύσει. Το χρειάζεται για να ξαναγεμίσει τις μπαταρίες της για να χειριστεί την καθημερινή ζωή. Και εν τω μεταξύ απολαμβάνει τις ήσυχες χειμωνιάτικες ώρες στην Ικαρία πολύ περισσότερο από το καλοκαίρι.
Όταν ρωτάνε τη Σίλκε για τις μεγαλύτερες προκλήσεις που είχε να αντιμετωπίσει τα τελευταία 20 χρόνια, η απάντησή της είναι πολύ γρήγορη και άμεση: «Δημιουργία του Συνεταιρισμού Γυναικών» και «να περάσει η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα εδώ και σχεδόν 10 χρόνια». Λέγοντας αυτά, η Σίλκε θα σας δείξει το καφενείο του συνεταιρισμού γυναικών που κάθεστε, λέγοντάς σας την ιστορία πίσω από τα βάζα της μαρμελάδας στα ράφια και τα νόστιμα κέικ στο ψυγείο. «Όλα ξεκίνησαν με την τρελή ιδέα 6 γυναικών. Ήμασταν κυρίως φίλες και γνωριζόμαστε για χρόνια. Όλες από διαφορετικά περιβάλλοντα. Γυναίκες από την Ικαρία, αλλά και ξένες, σαν εμένα. Για παράδειγμα, η Γκάμπι, η οποία κατάγεται από τη Βόρεια Ιταλία και εγκλωβίστηκε στην Ικαρία με τον Έλληνα σύζυγό της το 1997. Ήμασταν όλες λίγο κουρασμένες από την εργασία μόνο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Χρειαζόμασταν δουλειά και εισόδημα το χειμώνα. Έτσι, μας ήρθε η ιδέα να παράγουμε μαρμελάδες και chutneys από τα φρούτα και τα λαχανικά που καλλιεργούσαμε στους κήπους μας και να ανοίξουμε ένα κατάστημα για να τα πουλάμε από κοινού.
Ολες πιστεύουμε στη βιολογική γεωργία. Και δεν θέλαμε μόνο να διατηρήσουμε καλής ποιότητας φαγητό αλλά και τις παραδοσιακές συνταγές του νησιού. Με τα χρόνια είχαμε δει ότι οι Ικαριώτες είχαν γίνει χρήστες των επεξεργασμένων τροφίμων που αγόραζαν στο σούπερ μάρκετ. Το έμαθαν από τους τουρίστες και από τα μέλη της οικογένειας που ζουν στο εξωτερικό. Το είδαμε και το βλέπουμε ως κίνδυνο για το νησί μας. Οι αγρότες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερα φυτοφάρμακα για να καλλιεργήσουν περισσότερα λαχανικά και φρούτα για να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις των Ικαριωτών και των τουριστών. Αυτό καταστρέφει το φυσικό μας περιβάλλον και το νερό μας. Σε ένα νησί θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για ό,τι έχουμε, γιατί αυτό είναι το μόνο χώμα από το οποίο μπορούμε να ζήσουμε.
Αλλά υπήρχε πολύς δρόμος να διανύσουμε από την ιδέα στην πραγματικότητα. Έπρεπε να βρούμε λύσεις και απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα: Ποιο θα ήταν το κατάλληλο νομικό πρόσωπο; Πώς θα χρηματοδοτούσαμε το κατάστημα; Πώς θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε; Στο τέλος, αποφασίσαμε ότι ο συνεταιρισμός ήταν η καλύτερη απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα. Αλλά όταν ανοίξαμε το πρώτο μας μικρό κατάστημα, αντιμετωπίσαμε πολύ σκεπτικισμό από τη γειτονιά μας. Οι κάτοικοι των Ραχών είναι πολύ ξεχωριστοί. Είναι ορεσίβιοι, τι περιμένετε; Αλλά στην περίπτωσή μας ήταν και πολύ καχύποπτοι. Τί κάνουν αυτές οι γυναίκες; Και ειδικά: “τι κάνουν αυτές οι ξένες γυναίκες εδώ;”
Η Σίλκε χαμογελά όταν συνοψίζει όλες αυτές τις συζητήσεις που συνέβησαν πριν από χρόνια. Δείχνει στα διάφορα τραπέζια: «Και σήμερα, βλέπετε, οι πιο σκληροί κριτικοί μας έρχονται στο χώρο μας, απολαμβάνοντας τα κέικ και τις πίτες μας. Τέλος, καταφέραμε να τους πείσουμε με την καλή ποιότητα των προϊόντων μας, τη φιλοσοφία της παραγωγής μας και το πείσμα μας να μην τα παρατήσουμε». Το αντίθετο μάλιστα. Ο γυναικείος συνεταιρισμός σχεδιάζει ακόμη και να επεκτείνει το εργαστήριό του. Η ιδέα είναι να διευρυνθεί το δίκτυο με τους τοπικούς παραγωγούς βιολογικών προϊόντων και να ενισχυθεί η βιολογική γεωργία στο νησί.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης, πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν το νησί, ειδικά η νέα γενιά. Για την Σίλκε αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του νησιού. «Όταν δεν υπάρχει ελπίδα για τους νέους να μείνουν, είμαστε χαμένοι», λέει, γνωρίζοντας ότι ίσως και οι δύο κόρες της μπορεί να μην ζήσουν τη ζωή τους στο νησί. Αλλά η Σίλκε και οι συντρόφισσες της στον συνεταιρισμό δεν άντεξαν όλα αυτά τα χρόνια για να νικηθούν από τη σημερινή κρίση. Βλέπει ένα μέλλον για την Ικαρία με μια πιο βιώσιμη ανάπτυξη στη γεωργία και πιο σεβαστή τουριστική ανάπτυξη. Και σε αυτό το πλαίσιο, η Σίλκε θα αφιερώσει την ενέργειά της στον γυναικείο συνεταιρισμό και στο μέλλον.
«Η κρίση είναι επίσης μια ευκαιρία για αλλαγή», λέει, «μπορούμε να πετύχουμε. Όταν έχουμε την ευκαιρία να παράγουμε και να πωλούμε περισσότερα από τα προϊόντα μας, θα είμαστε σε θέση να πληρώνουμε σωστά τους αγρότες μας. Θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας – όχι μόνο στο καφενείο μας, αλλά και στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Ελπίζουμε να συμβάλουμε στην αναζωογόνηση της τοπικής οικονομίας δίνοντας ένα παράδειγμα ότι και οι νέοι μπορούν να βρουν μια προοπτική στο νησί, διατηρώντας τις παραδόσεις, φροντίζοντας το περιβάλλον, ικανοποιώντας όμως τις ανάγκες μιας σύγχρονης κοινωνίας. Η καλή ποιότητα των τροφίμων δεν θα γίνει ποτέ ντεμοντέ. Και αν κρατήσουμε το παλιό και αληθινό ικαριώτικο πνεύμα του «όλοι μαζί» είμαι πεπεισμένη ότι αυτός ο τόπος μπορεί να έχει μια ευκαιρία. Αλλά… θα πάρει κάποιο χρόνο».
Εν τω μεταξύ – ως αποτέλεσμα της κρίσης – η ίδια η Σίλκε πρέπει να εγκαταλείψει το νησί για τους χειμερινούς μήνες. Θα επιστρέψει στη Γερμανία για να εργασθεί και να πληρώσει τους λογαριασμούς για την οικογένεια.
Η ελπίδα της είναι ότι αυτό δεν θα χρειαστεί να συμβαίνει κάθε χρόνο και ότι στο εγγύς μέλλον θα περάσει τους χειμερινούς μήνες στη νέα κουζίνα του «Γυναικείου Συνεταιρισμού», προετοιμάζοντας μαρμελάδες με τους καρπούς από την ικαριώτικη γη.
(@Birgit_Urban)